Uncle-Tomism - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Uncle-Tomism - translation to ρωσικά

FICTIONAL CHARACTER
Uncle tom; Uncle Tomism
  • Uncle Tom, from an 1885 [[magic lantern]] series.
  • ''Uncle Tom and Eva'', [[Staffordshire figure]], England, 1855–1860, glazed and painted [[earthenware]]

Uncle-Tomism      
амер. предательство интересов негров.
Uncle Tom         

[ʌŋk(ə)l'tɔm]

существительное

[ʌŋk(ə)l'tɔm]

общая лексика

дядя Том (персонаж романа Г. Бичер-Стоу)

презрительное выражение

негр-подхалим

предатель интересов негров

глагол

презрительное выражение

подхалимничать перед белыми (о негре)

предавать интересы негров

Uncle Tomism         

[ʌŋk(ə)l'tɔmiz(ə)m]

презрительное выражение

подхалимство перед белыми

предательство интересов негров

Ορισμός

Uncle Tom
¦ noun derogatory, chiefly N. Amer. a black man considered to be excessively obedient or servile to white people.
Origin
1920s: from the name of the hero of H. B. Stowe's Uncle Tom's Cabin (1852).

Βικιπαίδεια

Uncle Tom

Uncle Tom is the title character of Harriet Beecher Stowe's 1852 novel Uncle Tom's Cabin. The character was seen by many readers as a ground-breaking humanistic portrayal of a slave, one who uses nonresistance and gives his life to protect others who have escaped from slavery. However, the character also came to be seen as inexplicably kind to white slaveholders, especially based on his portrayal in pro-compassion dramatizations. This led to the use of Uncle Tom – sometimes shortened to just a Tom – as a derogatory epithet for an exceedingly subservient person or house negro, particularly one aware of their own lower-class racial status.

Μετάφραση του &#39Uncle-Tomism&#39 σε Ρωσικά